Η ΠΑΝΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ! ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΤΗ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗ! Β' ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ!

Ἀπὸ τὸ 1924 , καὶ ἀπὸ τὰ τέσσερα Πατριαρχεῖα: Κωνσταντινουπόλεως,Ιεροσολύμων Ἀντιοχείας καὶ Ἀλεξάνδρειας ἀναδύεται ἡ δυσοσμία τοῦ Οἰκουμενισμοῦ,των αἱρέσεων καὶ τῆς Κακοδοξίας. 

Ὁ ἀντίχριστος Οἰκουμενισμός,ο ὁποῖος δημιούργησε τὸν ἐκκλησιομάχο Νεοημερολογιτισμὸ τὸ 1924,πραγματοποίησε σὲ ἕνα βαθμὸ τὴν Προφητεία τοῦ Δανιήλ,ο ὁποῖος λέει: 

«Καὶ λόγους πρὸς τόν Ὕψιστον λαλήσει καὶ τοὺς ἁγίους Ὑψίστου παλαιώσει καὶ ὑπονοήσει τοῦ ἀλλοιῶσαι καιροὺς καὶ νόμον» 

Στὴ Θεσσαλονίκη πραγματοποιήθηκε σήμερα ἡ ἐπίσημη ἔναρξη τοῦ Β’ Διεθνοῦς Ἐπιστημονικοῦ Συνεδρίου, καθὼς συμπληρώνει 100 χρόνια κυκλοφορίας τὸ περιοδικὸ «Θεολογία»! 

«Ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία καὶ ἡ "ὀντολογία" τῆς τεχνολογίας: ἀνθρωπολογικές, πολιτικές, οἰκονομικές, κοινωνικὲς καὶ πολιτισμικὲς συνέπειες». Τὸ συνέδριο διοργανώνει ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μὲ ἀφορμὴ τὴ συμπλήρωση 100 ἐτῶν ἀπὸ τὴν ἵδρυση καὶ ἔκδοση τοῦ περιοδικοῦ «Θεολογία». 




Ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας Κωνσταντῖνος Ἄν. Τασούλας παρέστη στὴν τελετὴ ἔναρξης τοῦ Συνεδρίου μὲ θέμα «Ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία καὶ ἡ ὀντολογία τῆς τεχνολογίας: ἀνθρωπολογικές, πολιτικές, οἰκονομικές, κοινωνικὲς καὶ πολιτισμικὲς συνέπειες». Τὸν κ.Τασούλα ὑποδέχθηκε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος Ἱερώνυμος Β΄, ἐνῷ τὴν ἔναρξη τῶν ἐργασιῶν τοῦ Συνεδρίου κήρυξε ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Βαρθολομαῖος. 



Στὸν χαιρετισμό του ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας ἀνέφερε: 

«Προσέρχομαι ἐνώπιόν σας μὲ αἴσθημα εὐθύνης ἀλλὰ καὶ δέους, καθὼς τὸ Β’ Διεθνὲς Ἐπιστημονικὸ Συνέδριο τὸ ὁποῖο ἐγκαινιάζουμε σήμερα τιμῶντας τὰ ἑκατὸ καὶ πλέον ἔτη δημιουργικῆς διαδρομῆς τοῦ περιοδικοῦ «Θεολογία» ἑστιάζει σὲ μία ἀπὸ τὶς σοβαρότερες προκλήσεις τῆς ψηφιακῆς μας ἐποχῆς: στὴν ραγδαία ἀνάπτυξη τῆς τεχνητῆς νοημοσύνης. Εὐθύνης, διότι θὰ ἐπιχειρήσω νὰ διατυπώσω προβληματισμοὺς καὶ ἐρωτήματα, γιὰ τὰ ὁποῖα δὲν ὑπάρχουν ὁριστικὲς ἀπαντήσεις, ἀλλὰ αὐτὲς διαμορφώνονται ἐν προόδῳ· καὶ δέους διότι ἡ τεχνολογικὴ ἐπανάσταση τὴν ὁποία ζοῦμε σήμερα δὲν ἀφορᾶ μόνο τὴν πρακτική μας καθημερινότητα, ἀλλὰ καὶ τὸ πῶς ἀντιλαμβανόμαστε τὸν ἴδιο τόν ἄνθρωπο, τὴ θέση του στὸ κόσμο, τὴ σχέση του μὲ τοὺς ἄλλους ἐν κοινωνίᾳ καὶ ἑτερότητι. 

Θεωρῶ πολὺ σημαντικὴ αὐτὴ τὴν πρωτοβουλία τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, καθὼς μαρτυρὰ τὴν ἐνεργὸ συμμετοχὴ τῆς Ὀρθόδοξης ἐκκλησίας καὶ θεολογίας στὰ ζητήματα τοῦ καιροῦ μας, τὴν ἱκανότητά της νὰ ἀφουγκράζεται τὸ τί συμβαίνει γύρω της, τιμῶντας τὴν κληρονομιὰ ποὺ παρέλαβε ἀπὸ τοὺς Πατέρες της. Πιστεύω ἀκράδαντα ὅτι ἡ ὀρθόδοξη θεολογία δύναται νὰ εἰσφέρει στοχαστικὸ καὶ κριτικὸ λόγο σὲ ἕνα ζήτημα ποὺ ἀπασχολεῖ τόσο τοὺς ἐπιστήμονες ποὺ σχεδιάζουν τὰ εὐφυῆ ἠλεκτρονικὰ συστήματα ὅσο καὶ τοὺς χρῆστες τους: δηλαδὴ τὶς ἀνθρωπολογικές, κοινωνικὲς καὶ ὑπαρξιακὲς ἐπιπτώσεις τῆς ἐξέλιξης τῆς τεχνολογίας πρὸς κατευθύνσεις μέχρι πρό τινος ἀδιανόητες. Κι αὐτὸ διότι εἶναι πλέον ἐμφανὲς ὅτι ἡ ἐξέλιξη αὐτὴ παράγει σεισμικὲς μετατοπίσεις στὸν πυρῆνα τῆς ἀνθρώπινης ταυτότητας. 

Εἶναι ἀναμφίβολο ὅτι ἡ τεχνητὴ νοημοσύνη μπορεῖ νὰ ἀποτελέσει πολύτιμο ἐργαλεῖο στὶς ἐπιστῆμες, καὶ δὴ στὴν ἰατρική, στὴ νομική, στὴν οἰκονομία, στὴν περιβαλλοντολογία, στὴν ἐκπαίδευση. Ἕνα ζήτημα, λοιπόν, δὲν εἶναι "ἂν" θὰ τὴ χρησιμοποιήσουμε, ἀλλὰ "πῶς" καὶ μὲ ποιό σκοπό. Θὰ ὑπηρετεῖ τὴν κοινωνία ἢ θὰ ἐνισχύει ἀνισότητες καὶ μηχανισμοὺς ἐλέγχου; Θὰ γίνει μέσο κοινωνίας, διευκολύνοντας τὸν ἄνθρωπο νὰ ὑπάρξει ὡς πρόσωπο ἐν σχέσει, ἢ θὰ ὁδηγήσει σὲ ἀπομόνωση, ἐθισμό, εἰκονικότητα; Θὰ ἀποτελέσει ἐργαλεῖο διακονίας, ἢ θὰ γίνει ὅπλο κυριαρχίας; 

Στὴν ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογία, τὸ πρόσωπο εἶναι ἡ θεμελιώδης μονάδα τῆς ὕπαρξης. Ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι ἁπλῶς βιολογικὸ ἢ ψυχολογικὸ ὀν. Εἶναι πρόσωπο, δηλαδὴ ὑπόσταση ἐν ἐλευθερίᾳ, ποὺ ὑπερβαίνει τὶς ἀναγκαιότητες τῆς φύσης, κατακτᾶ τὴν ἰδιαιτερότητά της καὶ κινεῖται ἀγαπητικὰ πρὸς τὰ ἄλλα πρόσωπα καὶ πρὸς τὸν Θεό. Ἄρρηκτα συνδεδεμένη μὲ τὸ θεόδοτο δῶρο τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου – ἐλευθερίας ὄχι μὲ τὴν κοσμικὴ ἔννοια τῆς ἀνεξαρτησίας ἢ τῆς ἀπουσίας κανόνων, ἀλλὰ ὡς θεμελιώδους δυνατότητάς του προσώπου νὰ πεῖ "ναὶ" ἢ "ὄχι" στὴν κλήση τῆς χάριτος – εἶναι ἡ προαίρεση, ἡ ἐσωτερικὴ κίνησή του πρὸς τὸ καλὸ ἢ τὸ κακό. "Οὐχὶ ἡ φύσις ἡμᾶς ἀναγκάζει πρὸς τὰ κακά, ἀλλ’ ἡ προαίρεσις" λέει ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, Δὲν πρόκειται γιὰ ἐπιλογή, ἀλλὰ γιὰ βαθύτερη στάση τῆς καρδιᾶς· εἶναι ἡ ἐσωτερικὴ βούληση, ἡ ὁποία χρειάζεται τὸν νοῦ προκειμένου νὰ διακρίνει τὸ ἀληθινὸ ἀγαθό. Προαίρεση καὶ νοῦς εἶναι δύο συνεργαζόμενες πτυχὲς τῆς ψυχῆς ποὺ καθορίζουν ἐὰν ὁ ἄνθρωπος θὰ πορευτεῖ πρὸς τὴν σωτηρία ἢ τὴν πλάνη. 

Ἡ τεχνητὴ νοημοσύνη, ὡστόσο, καθὼς λειτουργεῖ βάσει δεδομένων, ἀλγορίθμων καὶ προκαθορισμένων παραμέτρων, δὲν ἔχει προσωπικὴ βούληση, δηλαδὴ στερεῖται προαίρεσης, εἴτε πρὸς τὸ καλό, εἴτε πρὸς τὸ κακό. Τῆς λείπει ἡ ἐσωτερικὴ ἐλευθερία, ἡ δυνατότητα τῆς ἀγάπης, ἡ ἐμπειρία τοῦ πόνου καὶ τῆς μεταμέλειας – τῆς λείπει, μὲ δυὸ λόγια, τὸ βίωμα. Μπορεῖ μόνο νὰ ἐκτελέσει ἐντολὲς ἢ νὰ βελτιστοποιήσει ἀποτελέσματα, μὲ βάση στόχους ποὺ τῆς ἔχουν τεθεῖ. Μπορεῖ νὰ προτείνει, νὰ προβλέπει, νὰ ἀποφασίζει, ἀλλὰ δὲν μπορεῖ νὰ ἐλευθερώσει. Μπορεῖ νὰ προσομοιώσει συναισθήματα, συνείδηση, ἀκόμα καὶ δημιουργικότητα, ἀλλὰ δὲν μπορεῖ νὰ νοηματοδοτήσει τὸν κόσμο, ἁπλῶς τὸν ἐπεξεργάζεται. Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος παύει νὰ ἀποφασίζει, νὰ κρίνει, νὰ διακρίνει, καὶ ἁπλῶς ἀκολουθεῖ τὶς προτάσεις ἑνὸς συστήματος, χάνει τὴν ἐσωτερική του ἐλευθερία· ἡ προαίρεσή του ἀτροφεῖ. Ὅταν ἀπεκδύεται τὸ αὐτεξούσιό του καὶ ἐκχωρεῖ ὅλο καὶ περισσότερες πρωτοβουλίες σὲ κάποιο ψηφιακὸ ὑποκείμενο, ἀποδέχεται τὴν ἀποδυνάμωση τῆς συνείδησής του ὡς κέντρου κρίσης καὶ εὐθύνης καὶ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὴν ἠθικὴ λογοδοσία. 

Μιὰ ἀκόμα ἐπίπτωση τῆς ὁλοένα καὶ μεγαλύτερης ἐξάρτησης ἀπὸ τὰ μοντέλα τῆς τεχνητῆς νοημοσύνης, ποὺ παίρνουν τὸν ρόλο τοῦ φίλου, τοῦ εἰδικοῦ συμβούλου, τοῦ παρηγορητῆ ἢ τοῦ ἐξομολογητῆ γιὰ ἑκατομμύρια χρῆστες στὸν κόσμο, εἶναι ἡ ἀλλοίωση τῆς σχέσης μὲ τὸ σῶμα, μὲ τὸν χρόνο, μὲ τὸν ἄλλον. Ὁ ἐξαρτημένος χρήστης ἀποκοινωνικοποιεῖται καὶ ἀποξενώνεται ὑπαρξιακά: χάνει τὴν αἴσθηση τῆς ἐνσώματης ζωῆς, τῆς ὑπομονῆς, τῆς προσδοκίας, τῆς ἀδυναμίας, τῆς φθορᾶς – δηλαδὴ τῶν στοιχείων ποὺ τὸν καθιστοῦν θνητό, ποὺ τὸν προσγειώνουν στὴν ἀλήθεια τῆς ὕπαρξής του, ποὺ τὸν καθιστοῦν πνευματικὰ δεκτικό, ἐλεύθερο νὰ ἀγαπήσει, ἱκανὸ νὰ μετανοήσει. Καὶ εἴτε συντρίβεται, εἴτε ἀλαζονεύεται, θεωρῶντας ὅτι ἡ τεχνολογία φανερώνει τὴν ταυτότητα τοῦ ἀνθρώπου περισσότερο ἀπ’ ὅ,τι ἡ φύση του, καλλιεργῶντας τὴν ψευδαίσθηση τῆς παγγνωσίας καὶ τῆς παντοδυναμίας. 

Παρ’ ὅλα, ὡστόσο, τὰ ἀδηρίτως ὑπαρκτὰ ζητήματα ποὺ ἔχουν νὰ κάνουν μὲ τὴν αὐτοσυνειδησία τοῦ ἀνθρώπου στὴ νέα ἐποχή, δὲν δαιμονοποιοῦμε τὴν τεχνολογία. Πρόκειται γιὰ κορυφαία κατάκτηση τοῦ ἀνθρώπινου πνεύματος, ποὺ γεννᾶ ἐλπίδες γιὰ μιὰ πρωτόγνωρη πρόοδο στὶς ἐπιστῆμες, στὴν παραγωγικότητα καὶ στὴν καθημερινότητα. Οἱ προβληματισμοί μας ἀφοροῦν ἀποκλειστικὰ τὴν ἐφαρμογὴ καὶ τὴ χρήση της. Ἔχοντας κατὰ νοῦ τὴ σοφόκλεια ρήση στὴν Ἀντιγόνη "Σοφὸν τί τὸ μηχανόεν /τέχνας ὑπὲρ ἐλπὶδ᾽ ἔχων/ τὸτὲ μὲν κακόν, ἄλλοτ᾽ ἐπ᾽ ἐσθλὸν ἕρπει", εὐελπιστοῦμε ὅτι ἡ πρόοδος τῆς τεχνολογίας θὰ τείνει πρὸς τὸ ἐσθλόν, τοὐτέστιν τὸ ἀγαθό. Καί, στὸ πεδίο αὐτό, προσβλέπουμε στὸν γόνιμο διάλογο τεχνολογίας καὶ θεολογίας. Διότι ἂν ἡ θεολογία ἤδη μελετᾶ εἰς βάθος τὴν τεχνητὴ νοημοσύνη καὶ τὶς ἐφαρμογές της σὲ ὀντολογικὸ ἐπίπεδο, ἀνησυχῶντας ὅτι δὲν ἔχουμε πλέον νὰ κάνουμε μὲ "ἐφαρμογὲς" ἀλλὰ μὲ ψηφιακὰ ὑποκείμενα μὲ δυνητικὴ αὐτονομία, οἱ εἰδικοὶ καλοῦνται νὰ ἐργαστοῦν συστηματικότερα γιὰ τὴν ἐνσωμάτωση ἠθικῶν ἀρχῶν καὶ κοινωνικῶν ἀξιῶν στὴν ἀνάπτυξη καὶ τὴ χρήση τῆς τεχνητῆς νοημοσύνης, τὴ διασφάλιση ἑνὸς διαφανοῦς καὶ ἐπαρκῶς καθορισμένου ἠθικοῦ πλαισίου στὴ διαδικασία λήψης τῶν ἀποφάσεων καὶ τὴν εὐθυγράμμιση τῆς τεχνολογικῆς καινοτομίας μὲ τὶς ἀνθρώπινες ἀξίες. 

Ὡστόσο δὲν παραγνωρίζω πὼς ἡ ὀντολογία τῆς τεχνολογίας εἶναι προβληματισμὸς βαθύτερος καὶ πέραν τῆς καλῆς ἢ κακῆς χρήσης της . 

Καὶ καθὼς οἱ τεχνολογικὲς ἐξελίξεις, ἐκτὸς ἀπὸ ραγδαῖες εἶναι καὶ ἀναπόδραστες, τὸ Συνέδριο καλεῖται νὰ ἀναζητήσει, ἂν ὑπάρχουν, σημεῖα ἐπαφῆς μεταξὺ τεχνικοῦ πνεύματος καὶ ἠθικοῦ στοχασμοῦ ἢ ἂν τελικὰ τὸ πρῶτο ὑπονομεύει τὸν δεύτερο καὶ ποὺ ὁδηγεῖ αὐτό! 

Οἱ ἀπαντήσεις σὲ αὐτὰ τὰ ἐρωτήματα συνιστοῦν μέγιστη πρόκληση, γιατί τὸ τεχνικὸ πνεῦμα δὲν εἶναι ἐπὶ θύραις ἀλλὰ ἐντὸς τῶν τειχῶν καὶ δεδομένου πὼς ἕνα τέτοιο συνέδριο γιὰ τὴ φιλοσοφία τῆς τεχνολογίας μὲ τέτοιου ὑψηλοῦ ἐπιπέδου ὁμιλητὲς διοργανώνεται γιὰ πρώτη φορὰ οἱ προσδοκίες μας ἀπὸ αὐτὸ εἶναι θεμελιώδεις. 

Οἱ ἄνθρωποι ἔλαβαν τὴν ἐντολὴ "κατακυριεύσατε τῆς γῆς", μήπως ὅμως τώρα κινδυνεύουν καὶ οἱ ἴδιοι νὰ κατακυριευθοῦν ἀπὸ τὴν αὐτονομία τῆς τεχνολογίας; 

Τὸ Β’ ἐπετειακὸ Θεολογικὸ Συνέδριο στὴ Θεσσαλονίκη διερευνᾶ βαθυστόχαστα καὶ θεολογικὰ τὸν πρωτόγνωρο κόσμο ποὺ ἤδη ἔχει εἰσβάλει τὴν ζωή μας. 

Εἶμαι βέβαιος πὼς τὸν διερευνᾶ καὶ πειστικὰ ἀπαντῶντας στὸ πιὸ φλέγον ἐρώτημα τῆς ἐποχῆς μας γιὰ τὶς συνέπειες τῆς ὀντολογίας τῆς τεχνολογίας καὶ τὶς δυνατότητές μας νὰ τὶς διαχειριστοῦμε». 

Στὴν Α’ Συνεδρία ποὺ φέρει τὸν τίτλο "Ἐκκλησία, Ἐπιστήμη, Πολιτικὴ καὶ Τεχνολογία" θὰ προεδρέυσει ὁ Σέβ. Μητροπολίτης Μεσογαίας καὶ Λαυρεωτικῆς κ. Νικόλαος καὶ ἡ Κίρκη Κεφαλέα, Καθηγήτρια, Ε.Κ.Π.Α.. Στὴ Β’ Συνεδρία μὲ τίτλο "Ποιμαντικὴ καὶ ἐκκλησιαστικὴ πράξη στὴν ψηφιακὴ ἐποχὴ", θὰ προεδρεύσει ὁ Πρωτοπρ. Ἀθανάσιος Γκίκας, Καθηγητής, Α.Π.Θ. 

καὶ ὁ Χρῆστος Ἀραμπατζῆς, Καθηγητής, Α.Π.Θ. Στὴν Γ’ Συνεδρία μὲ τίτλο "Συνέπειες τῆς τεχνολογίας στὶς θρησκεῖες καὶ τὴν κοινωνία", θὰ προεδρεύσει ὁ Πρωτοπρ. Γρηγόριος- Τηλέμαχος Σταμκόπουλος, Ἄναπλ. Καθηγητὴς Α.Π.Θ., καὶ ὁ Φώτιος Ἰωαννίδης , Καθηγητὴς Α.Π.Θ.. Στὴν Δ ́ Συνεδρία μὲ τίτλο "Τὸ περιοδικὸ Θεολογία: Ἱστορία καὶ ἐπιστημονικὴ συμβολή [Ι]", θὰ προεδρέυσει ὁ Σέβ. Μήτρ. Κίτρους, Κατερίνης & Πλαταμῶνος κ. Γεώργιος καὶ ὁ Ἐμμανουὴλ Καραγεωργούδης, Καθηγητής, Ε.Κ.Π.Α. Στὴν Ε1 Παράλληλη Συνεδρία μὲ τίτλο "Τὸ περιοδικὸ Θεολογία: Ἱστορία καὶ ἐπιστημονικὴ συμβολή [ΙΙ]", θὰ προεδρεύσει ὁ Σέβ. Μητροπολίτης Λαρίσης καὶ Τυρνάβου κ. Ἱερώνυμος καὶ ἡ Εἰρήνη Χριστινάκη, Καθηγήτρια ΕΚΠΑ. Στὴν Ε2 Παράλληλη Συνεδρία μὲ τίτλο "Τὸ περιοδικὸ Θεολογία: Ἱστορία καὶ ἐπιστημονικὴ συμβολή [ΙΙΙ]", θ ἀπροεδρεύσει ὁ Ἄρχιμ. Παντελεήμων Τσορμπατζόγλου, Δρ Θεολογίας Α.Π.Θ. καὶ ὁ Ἀπόστολος Κραλίδης, Καθηγητής, Α.Π.Θ.. 

Τὸ ἀπόγευμα τῆς Δευτέρας 29 Σεπτεμβρίου πραγματοποιήθηκε ἡ Τελετὴ Ἔναρξης στὸν Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης, παρουσία πέντε Προκαθημένων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Τασούλα, ἀντιπροσωπειῶν ἀπὸ ὅλο τὸν ὀρθόδοξο κόσμο, καθὼς καὶ πλήθους Ἱεραρχῶν καὶ ἐπιστημόνων. 

Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης: "Ποτὲ ἡ ἐσωστρέφεια δὲν ὠφέλησε τήν Ἐκκλησίαν καὶ τὴν ἱερὰν ἀποστολήν της" 


Ἀναλυτικὰ ἡ ὁμιλία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη: 

Ἐξοχώτατε κύριε Πρόεδρε τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας, 

Μακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κύριε Ἱερώνυμε, Πρόεδρε τῆς Ὀργανωτικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Συνεδρίου, 

Μακαριώτατοι ἀδελφοὶ Προκαθήμενοι Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, 

Ἱερώτατοι καὶ Θεοφιλέστατοι ἀδελφοὶ Ἱεράρχαι, 

Ἐξοχώτατοι καί Ἐντιμότατοι ἐκπρόσωποι τῶν Ἀρχῶν, 

Ἐντιμολογιώτατοι Ἄρχοντες Ὀφφικιάλιοι, 

Ἐλλογιμώτατε κύριε Πρύτανι, 

Ἐλλογιμώτατοι Κοσμήτορες, Πρόεδροι, καθηγηταὶ καὶ καθηγήτριαι, προσφιλεῖς φοιτηταὶ καὶ φοιτήτριαι, 

Ἐλλογιμώτατοι σύνεδροι, 

Ἐκλεκτοὶ παρόντες, 

Τὸ περιοδικὸν Θεολογία, τὸ παγκοσμίως γνωστὸν ἐπιστημονικὸν ὄργανον τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, εἰσῆλθεν, ἤδη πρὸ διετίας, εἰς τὸν δεύτερον αἰῶνα τῆς ζωῆς καὶ τῆς προσφορᾶς του, μὲ παρακαταθήκην αὐτὸ τὸ ὁποῖον ἀνεδείχθη κατὰ τὸν 20ὸν αἰῶνα πρότυπον θεολογικῆς ἐργασίας: τὴν θεολογικὴν μαρτυρίαν τῶν μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, μίαν ἐκκλησιοτραφῆ διαλεγομένην θεολογίαν, ἡ ὁποία συνέδεε τὴν πίστιν μὲ τὴν ζωήν, ὡμίλει πάντοτε ἐστραμμένη πρὸς τὸν σύγχρονον αὐτῇ ἄνθρωπον, μὲ ἀνοικτοσύνην πρὸς τὸν πολιτισμόν, χωρὶς ἀμυντικὰ καὶ φοβικὰ σύνδρομα. 

Παρουσιάζει ἰδιαίτερον ἐνδιαφέρον ὅτι οἱ Πατέρες τῆς ἐν Νικαὶᾳ Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τὴν 1700ὴν ἐπέτειον τῆς ὁποίας τὶμᾷ ἡ Ἐκκλησία κατὰ τὸ τρέχον ἔτος, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ διδασκαλία τοῦ Ἀρείου ἐξεπροσώπει «ἕνα ὀξὺ ἐξελληνισμὸν τοῦ Χριστιανισμοῦ», εἰσήγαγον τοὺς φιλοσοφικοὺς ὅρους «οὐσία» καὶ «ὁμοούσιος» εἰς τὸ Σύμβολον, χωρὶς φόβον ὅτι ἐγκλωβίζουν τὸ δόγμα εἰς ἑλληνιστικὰ νοητικὰ σχήματα. Ἡ φιλοσοφικὴ ὁρολογία ἐλειτούργησεν ἐδῶ ὡς πρόσφορον μέσον ἐκφράσεως τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐμπειρίας. 

Εἰς τὴν συνάντησιν μὲ τὸν ἑκάστοτε πολιτισμόν, στόχος τῆς θεολογίας εἶναι «νὰ μεταδώσει τὸ μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου ἄθικτο, ἀκέραιο, ἀνόθευτο· καὶ νὰ τὸ παρουσιάσει μὲ τὰ πιὸ ἔξοχα μέσα ἐπικοινωνίας ποῦ μπορεῖ νὰ παράσχει ἕνα πολιτιστικὸ περιβάλλον» . Ἡ χρῆσις τῶν δυνατοτήτων, τὰς ὁποίας προσφέρει ὁ πολιτισμός, ἀποτελεῖ ἔνδειξιν ζωτικότητος καὶ δυναμισμοῦ τῆς θεολογίας. Δὲν ἀντίκειται ἡ συναφειακότης καὶ ἡ εὐθύνη τῆς θεολογίας νὰ διατυπῶνῃ τὴν ἀλήθειαν τοῦ Εὐαγγελίου ἐνώπιον τῆς ἱστορικῆς στιγμῆς εἰς τὴν καθολικότητα καὶ τὸν διαχρονικὸν χαρακτῆρα τοῦ Εὐαγγελικοῦ λόγου. Τὸ ζητούμενον εἶναι πάντοτε ὄχι τὸ ὅτι ἀλλὰ τὸ πῶς, ὁ τρόπος τῆς συναφειακότητος. Λέγομεν εὐθαρσῶς καὶ κατηγορηματικῶς ὅτι ἡ γενικῶς ἀμυντικὴ στάσις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἀπέναντι εἰς τὸν πολιτισμόν, ὡσὰν νὰ ἐστρέφοντο ὅλαι αἱ ἐξελίξεις τῆς ἐποχῆς ἐναντίον της, δὲν ἀνταποκρίνεται εἰς τὸ πνεῦμα τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ εἰς τὴν ἀποστολὴν τῆς Ἐκκλησίας ἐν τῷ κόσμῳ. Κλειστή, σκυθρωπὴ καὶ ἄσαρκος Ὀρθοδοξία εἶναι λύχνος «ὑπὸ τὸ μόδιον». Τότε ἐπέρχεται μία περιχαράκωσις τῆς Ἐκκλησίας, ἀπομόνωσις ἐκ τοῦ πολιτισμοῦ καὶ συρρίκνωσίς της «εἰς ἐλάχιστα ὑπολείμματα γνησίων ὀρθοδόξων». Τὸ γνησίων κατ΄ εὐφημισμόν! Ἡ μαρτυρία τῆς Ἐκκλησίας «ἐν τῷ κόσμῳ», ἡ ἐγκοσμίκευσίς της, δὲν σημαίνει νομοτελειακῶς «ἐκκοσμίκευσιν» διὰ τήν Ἐκκλησίαν. Ὅλὰ τὰ δόγματα, ἡ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἡ Θεία Λατρεία καὶ τὸ ἦθος της, ἐμπεριέχουν καὶ ἐκφράζουν ζωτικὰς ἀληθείας διὰ τὴν ἀνθρωπίνην ὕπαρξιν, διὰ τὸν ἐπίγειον βίον καὶ τὴν αἰωνίαν προοπτικήν της. 

Σήμερον ἡ Ἐκκλησία καὶ ἡ θεολογία τῆς εὑρίσκονται ἐνώπιον συνθηκῶν, διαμορφωθεισῶν πρωτίστως ὑπὸ τῶν ἐκπληκτικῶν ἐξελίξεων εἰς τὸν χῶρον τῆς τεχνολογίας. Ὁ μακαριστὸς Μητροπολίτης Περγάμου Ἰὠάννης σημειώνει ὅτι αὐτὸ ποῦ ἦτο διὰ τοὺς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας ἡ ἑλληνικὴ φιλοσοφία, ὁ κόσμος δηλαδὴ μὲ τὸν ὁποῖον ἡ θεολογία ὤφειλε τότε νὰ διαλεχθῇ, «εἶναι γιὰ τὴ σημερινή Ὀρθοδοξία ὁ καλπάζων τεχνικὸς πολιτισμὸς τῆς ἐποχῆς μας». 

Εἴμεθα βέβαιοι ὅτι οἱ εἰδικοὶ εἰσηγηταὶ θὰ φωτίσουν σημαντικὰς διαστάσεις καὶ πτυχὰς τῆς συναντήσεως τῆς Ὀρθοδόξου θεολογίας μὲ τὴν «ὀντολογίαν τῆς τεχνολογίας», τὴν «οὐσίαν τῆς τεχνικῆς» ὅπως θὰ ἔλεγεν ὁ φιλόσοφος Martin Heidegger, ἡ ὁποία κατ᾿ αὐτὸν «δὲν συμπίπτει μὲ τὴν τεχνικήν»[3]. Συγχαίρομεν τήν Ὀργανωτικήν Ἐπιτροπὴν διὰ τήν Ἐπιλογὴν τῆς λίαν ἐπικαίρου αὐτῆς θεματικῆς. 

Ἀναμφιβόλως, ἡ ἐντυπωσιακὴ ἀνάπτυξις τῆς τεχνο-λογίας ἄλλάζέί καὶ ἔπηρεάζέί εἰς βάθος τὴν ζωήν μας. Ποτὲ κατὰ τὸ παρελθὸν ἡ ἀνθρωπότης δὲν ἐβίωσεν, εἰς τόσον σύντομον χρονικὸν διάστημα τόσας ριζικὰς ἀνατροπὰς εἰς τὸν τρόπον τοῦ βίου τῶν ἀτόμων καὶ τῶν κοινωνιῶν, ὅσον εἰς τὴν ἐποχήν μας. Ὅπὼς ἔχει λεχθῆ, ἡ ἀπόλυτος κυριαρχία τῆς τεχνολογίας, «τὸ τεχνοπώλιον»[4] πιέζει ἀσφυκτικῶς τὰς ἄλλας μορφὰς πολιτισμοῦ, ἐπαναπροσδιορίζει τὰς λειτουργίας τῆς πολιτικῆς, τῆς ἠθικῆς, τῆς θρησκείας, τῆς παιδείας, τῆς τέχνης, ἐπηρεάζει καταλυτικῶς τὰς κοινωνικάς μας σχέσεις, τὴν ἰδιωτικὴν ζωήν, τὸν ψυχισμόν μας. Εἶναι χαρακτηριστικὸν ὅτι γίνεται λόγος περὶ ἐνάρξεως μιᾶς νέας «ἀξονικῆς ἐποχῆς» εἰς τὴν ἱστορίαν τῆς ἀνθρωπότητος. 

Βιοῦμεν κατὰ τὰ τελευταῖα ἔτη τὴν διάδοσιν καὶ τὴν ἐμβέλειαν τῆς «τεχνητῆς νοημοσύνης», ἡ ὁποία θεωρεῖται ἡ κορωνὶς τῶν ἐπιτευγμάτων τῆς τεχνολογικῆς προόδου. Αἱ ἐφαρμογαί της ἐπεκτείνονται εἰς ὅλα τὰ πεδία τῆς ἀνθρωπίνης ζωῆς. Ὑποστηρίζεται μάλιστα ὅτι ὀφείλομεν πλέον νὰ ὁμιλῶμεν περὶ τῆς «πρὸ τῆς τεχνητῆς νοημοσύνης» καὶ τῆς «μετὰ ἀπὸ αὐτὴν» περιόδου τῆς πορείας τοῦ πολιτισμοῦ. 

Οὐδεὶς νουνεχὴς δύναται νὰ ἀμφισβητὴσῃ συνολικῶς τὰς εὐεργεσίας τῆς ἐπιστήμης καὶ τῆς τεχνολογίας. Ἀδιαμφι-σβήτητον εἶναι ὅμως καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ἐπιστήμη, παρὰ τὴν ἄποψιν ὅτι «θὰ ἦταν αὐταπάτη νὰ πιστεύουμε ὅτι μποροῦμε νὰ βροῦμε ἀλλοῦ, ὅ,τι δὲν μπορεῖ αὐτὴ νὰ μᾶς δῶσῃ»[5], δὲν δύναται νὰ προσφὲρῃ ἀπαντήσεις καὶ λύσεις εἰς τὰ μεγάλα ὑπαρξιακὰ καὶ κοινωνικὰ προβλήματα, τὰ ὁποῖα ταλανίζουν τὴν ἀνθρωπότητα, ὅπως ἡ βία, ἡ ἄδικίά, ὁ θρησκευτικὸς φονταμενταλισμός, τὰ ἀδιέξοδα τῶν ἀνθρωπίνων σχέσεων, καὶ πρὸ πάντων, ὁ «ἔσχατος ἐχθρός», ὁ θάνατος. Ἀπαντήσεις εἰς αὐτὰ τὰ προβλήματα προσφέρουν ὅμως ἀλλαι δυνάμεις, μὲ πρώτην τὴν θρησκευτικὴν πίστιν. Εἶναι βέβαιον ὅτι, ὁμοῦ μετὰ τῆς ἐπιστήμης καὶ τῆς τεχνολογίας, τῆς συγχρόνου «ὑπερδυνάμεως», τὸ μέλλον τῆς ἀνθρωπότητος συνδέεται μὲ τὴν πνευματικὴν «μεγάλην δύναμιν», τὴν θρησκείαν. Ἄνευ ἀναφορᾶς εἰς τὴν θρησκείαν δὲν δυνάμεθα νὰ κατα-νοήσωμεν τὸ παρελθόν, νὰ ἀναλύσωμεν τὴν σύγχρονον κατάστασιν, νὰ φαντασθῶμεν τὸ μέλλον καὶ νὰ νοηματοδοτήσωμεν τὴν ὕπαρξιν μας. 

Ἀναφορικῶς πρὸς τὴν παρουσίαν τῶν θρησκειῶν, ἡ ἐποχὴ μᾶς χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὴν ταυτόχρονον ἐμφάνισιν δύο τάσεων: τὴν ἐπάνοδόν των εἰς τὸ προσκήνιον τῆς ἱστορίας, ἀλλὰ καὶ τὴν ἐμφάνισιν παραμορφώσεων τοῦ θρησκευτικοῦ φαινομένου, αἱ ὁποῖαι, ὄχι μόνον ἀλλοιώνουν τὴν αὐθεντικὴν ἔκφρασιν τῆς θρησκευτικῆς πίστεως, ἀλλὰ καὶ ἀπειλοῦν τὴν εἰρήνην καὶ τὴν συνεργασίαν τῶν λαῶν. Τοιοῦτον φαινόμενον εἶναι ὁ θρησκευτικὸς φονταμεντα-λισμός, ὁ ὁποῖος γεννᾶται ἐκ τοῦ φόβου, τῆς ἀνασφαλείας καὶ τῆς ἀδυναμίας δημιουργικῆς ἀντιμετωπίσεως τῶν ταχυτάτων ἀλλαγῶν καὶ τῶν προκλήσεων τῆς συγχρόνου ἐποχῆς καὶ οὐδεμίαν σχέσιν ἔχει μὲ τὴν αὐθεντικὴν βίωσιν τῆς πίστεως. 

Αἱ σύγχρονοι τεχνολογικαὶ κατακτήσεις καὶ ἐξελίξεις δὲν ἀκυρώνουν ὅσα γνωρίζομεν διὰ τὸν ἄνθρωπον καὶ τὴν conditio humana. Παρὰ τὰ «θαύματα τῆς ἐπιστήμης», καὶ εἰς τὴν ἐποχὴν μᾶς αἱ «ὑπαρξιακαὶ ἀντιφάσεις» τοῦ ἀνθρώπου, τὸ χάσμα μεταξὺ οὐρανοῦ καὶ γῆς μέσα του καὶ αἱ ἀπορίαι τῆς ἐλευθερίας τοῦ παραμένουν. Ἡ ἀνθρωπιὰ δὲν εἶναι αὐτονόητος, πάντοτε θὰ ἀπειλεῖται, πάντοτε κατακτᾶται μὲ προσωπικὸν ἀγῶνα καὶ αὐθυπέρβασιν. Ὁ ἄνθρωπος συνεχίζει νὰ ἀναζητῇ αὐθεντικὸν νόημα ζωῆς, ἀξίας, νὰ φιλοσοφῇ, νὰ θέλγεται ἀπὸ τὴν ὀμορφιά, νὰ ἀφουγκράζεται τὴν φωνὴν τοῦ οὐρανοῦ. 

Ὁ τεχνολογικὸς πολιτισμὸς εἶναι μία δυναμικὴ προσπᾶ-θεια τοῦ ἀνθρώπου νὰ δῶσῃ ἀπάντησιν εἰς τὸ κεντρικὸν ἐρώτημα «Τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος;». Καὶ εἰς τὸ μέλλον θὰ συνεχισθῇ ἡ ἀναζήτησις νέων ἀπαντήσεων εἰς τὸ ἐρώτημα αὐτό, πέραν ὅσων ἐπέτυχε καὶ θὰ ἔχῃ κατορθώσει ὁ ἄνθρωπος ὡς homo technologicus. Οὐδεὶς πολιτισμὸς ἀποτελεῖ ὁριστικὴν λύσιν τοῦ ἀνθρωπίνου αἰνίγματος, οὐδεὶς δημιουργεῖ τὸν ἐπίγειον παράδεισον διὰ τὸν ἄνθρωπον. Οἱ πολιτισμοὶ εἶναι ἀμφίσημοι, ἐπειδὴ ὁ δημιουργός των εἶναι καὶ παραμένει τὸ «δεινότερον» τῶν ὄντων. Ἡ διαχείρισις τῶν ἐπιτευγμάτων τοῦ πολιτισμοῦ εἶναι πολυπλοκωτέρα καὶ δυσχερεστέρα ἀπὸ τὴν παραγωγήν των. Ὀρθῶς ἐκφράζεται σήμερον προβληματισμὸς διὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ἐπιστημονικὴ πρόοδος δὲν συνέβαλεν οὐσιαστικῶς εἰς τὴν ἐνίσχυσιν τοῦ ἠθικοῦ αἰσθητηρίου τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος, παρ᾿ ὅτι γνωρίζει, συνεχίζει νὰ δρᾷ ὡς νὰ μὴ ἐγνώριζε. Λησμονοῦμεν ὅτι δὲν συμβάλλει εἰς τὴν πρόοδον ἡ ἐφαρμογὴ τῆς νεοπρομηθεϊκῆς «τεχνολογικῆς προστακτικῆς», ἡ ὁποία ἐπιτάσσει νὰ παράγωμεν ὅ,τι εἶναι τεχνικῶς ἐφικτόν, ἀνεξαρτήτως τῶν ἐπιπτώσεών του διὰ τὸν ἄνθρωπον καὶ τὴν κτίσιν. Ἡ ἀληθὴς πρόοδος ἐπιτυγχάνεται ὄχι μόνον διὰ μέσου αὐτοῦ ποῦ πράττομεν, ἀλλὰ καὶ μὲ ὅσα, ὑπευθύνως, δὲν πράττομεν. 

Ἐκλεκτὴ ὁμήγυρις, 

Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καὶ ἡ θεολογία της θὰ συνεχίσουν νὰ ἐνδιαφέρωνται διὰ τὰς ἐπιστημονικὰς ἐξελίξεις, διὰ τὸν πολιτισμὸν καὶ τοὺς πολιτισμούς, διὰ τὰ κοινωνικὰ δρώμενα καὶ τὰς ἱστορικὰς συνθήκας, ἐντὸς τῶν ὁποίων ἐκτυλίσσεται ἡ ζωὴ τῶν πιστῶν. Αἱ ἐντάσεις, ποῦ εἶναι ἀναπόφευκτον νὰ ὑπάρχουν μεταξὺ χριστιανικῆς ταυτότητος καὶ ἑκάστοτε συγχρόνου βιοτῆς, ὀφείλουν νὰ λειτουργοῦν ὡς εὐκαιρία διὰ δημιουργικὴν συνάντησιν, ἀνάδειξιν τῆς ἐπικαιρότητος τοῦ χριστιανικοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῶν ζωτικῶν διὰ τὸν ἄνθρωπον καὶ τὸν κόσμον ἀρχῶν καὶ ἀληθειῶν τῆς Ὀρθοδόξου παραδόσεως. Ποτὲ ἡ ἐσωστρέφεια δὲν ὠφέλησε τήν Ἐκκλησίαν καὶ τὴν ἱερὰν ἀποστολήν της. Ἡ κλειστότης εἶναι ἀπομάκρυνσις ἀπὸ τὸ πνεῦμα τῶν Πατέρων καὶ ὄχι ἐπιστροφὴ εἰς αὐτό. 

Χαιρόμεθα ἰδιαιτέρως διὰ τὴν ἐνασχόλησιν τῆς Ὀρθόδόξου θεολογίας μὲ τὴν τεχνολογίαν. Εἰς τὴν συνάντησιν αὐτὴν πίστις καὶ ἐπιστήμη δὲν συμμετέχουν ὡς ἀντίπαλοι, ἀλλὰ ὡς συνεργάται καὶ ἑταῖροι εἰς τὴν διακονίαν τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ἄποψις περὶ ἀναποφεύκτου συγκρούσεως πίστεως καὶ ἐπιστήμης προκύπτει ἀπὸ λανθασμένην κατανόησιν τῆς οὐσίας καὶ τῆς στοχοθεσίας τῶν δύο αὐτῶν μεγάλων πνευματικῶν δυνάμεων, τῆς πίστεως καὶ τῆς ἐπιστήμης, δηλαδή. Εἰς τὸν διάλογόν των ἀναδεικνύεται ἐπίσης ἡ ἀλήθεια, ὅτι τὸ ἀνθρώπινον πρόσωπον εἶναι πάντοτε «περισσότερον ἀπὸ αὐτὸ ποῦ δύναται νὰ συλλὰβῃ ἡ ἐπιστήμη», ὅτι ἡ προσέγγισις τοῦ ἀνθρώπου ὡς θείου δημιουργήματος, κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν Αὐτῷ, δίδει εἰς τὴν ὕπαρξίν του τὴν ὑψίστην δυνατὴν ἀξίαν, ἐνῶ ἡ ἄρνησις τοῦ «Ὑπερβατικοῦ» ὁδηγεῖ εἰς βαθμιαίαν μείωσιν τοῦ σεβασμοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπον. Ὁμοῦ μετὰ τῆς λήθης τῆς διαστάσεως τοῦ «θρησκευτικοῦ μυστηρίου», ὑποχωρεῖ καὶ ἡ αἴσθησις διὰ τὴν ἀξιοπρέπειαν τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου». 

Οὐδόλως ἀμφιβάλλομεν, ὅτι τὸ περιοδικὸν Θεολογία θὰ παραμεὶνῃ καὶ εἰς τὸ μέλλον βαρόμετρον τῶν θεολογικῶν ἐξελίξεων, ὅτι μέσα εἰς τὸ παγκόσμιον «τεχνοπώλιον» θὰ ἐκπροσωπῇ τὸν «πολιτισμὸν τοῦ προσώπου», τὴν «οἰκουμενικὴν εὐρυχωρίαν» τῆς «διαλεγομένης θεολογίας», ἡ ὁποία θὰ συνεχὶσῃ νὰ ἀπελευθερὼνῃ δημιουργικὰς δυνάμεις ἐντὸς τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου, θὰ στηρὶζῃ τὴν διαχριστιανικὴν προσέγγισιν, θὰ προβὰλλῃ τὴν κοινωνικὴν διάστασιν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἤθους, θὰ λειτουργῇ ὡς τὸ ὄχημα, τὸ ὁποῖον θὰ μεταφὲρῃ τὴν φωνὴν τῆς ἑλληνοφώνου θεολογίας εἰς τὴν οἰκουμένην, φωνὴν ἀπηχοῦσαν τὸ πνεῦμα τῶν Πατέρων, ὄχι ὡς ἀναφορὰν εἰς τὸ παρελθόν, ἀλλὰ ὡς «μαρτυρίαν» τῆς ὀρθῆς πίστεως, ἀεὶ ζώσης ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, ἡ ὁποία, ὅπως γράφει ὁ μακαριστὸς π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ, «εἶναι ὁ διαρκὴς μάρτυς τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἐγγύηση καὶ ἡ ἀποκάλυψη τῆς νίκης καὶ τῆς δόξας του»

Μετὰ τοιούτων σκέψεων καὶ αἰσθημάτων, ἐκφράζοντες τὰς εἰλικρινεῖς εὐχαριστίας τῆς ἡμῶν Μετριότητος διὰ τὴν τιμητικὴν πρόσκλησιν, κηρύσσομεν τὴν ἔναρξιν τῶν ἐργασιῶν τοῦ παρόντος Διεθνοῦς Ἐπιστημονικοῦ Συνεδρίου, εὐχόμενοι δὲ πολύκαρπον καὶ κατὰ πάντα ἐπιτυχῆ τὴν διεξαγωγὴν αὐτοῦ, δοξάζομεν τὸ ὑπεράγιον ὄνομα τοῦ Θεοῦ τῆς σοφίας καὶ τῆς ἀγάπης, τοῦ ἀεὶ δαψιλεύοντος ἐπὶ τὸν λαὸν Αὐτοῦ πλουσίας τὰς οὐρανίους Αὐτοῦ δωρεᾶς καὶ εὐλογίας. 

Ὁ Χριστὸς ἐν τῷ μὲσῳ ἡμῶν! 


Χαιρετισμὸ ἀπηύθυνε ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ.κ. Ἱερώνυμος, ὁ ὁποῖος στάθηκε στὸν ἰδιαίτερο ρόλο τῆς Ἐκκλησίας ἀπέναντι στὶς προκλήσεις τῆς τεχνολογίας καὶ τοῦ σύγχρονου πολιτισμοῦ. 



Ὑπενθυμίζοντας ὅτι «τὸ 2023 ἡ Ἱερὰ Σύνοδος ἀποφάσισε νὰ τιμήσει τὰ 100 χρόνια τοῦ περιοδικοῦ Θεολογία» μὲ τὴ διοργάνωση εἰδικῶν συνεδρίων, ὁ Μακαριώτατος τόνισε ὅτι ἡ σημερινὴ συνάντηση ἀποτελεῖ συνέχεια τοῦ πρώτου ἐγχειρήματος, μὲ κεντρικὴ θεματικὴ τὴν ἀναζήτηση τοῦ τρόπου μὲ τὸν ὁποῖο ἡ τεχνολογία διαμορφώνει τὸν ἄνθρωπο καὶ τὴν κοινωνία. 

«Εἶναι σημαντικὸ ὅτι ἡ Ἐκκλησία σήμερα ἀνοίγει ἕναν καινούργιο διάλογο: τὸν διάλογο μὲ τὴν τεχνολογία καὶ τὸ ἦθος της», ὑπογράμμισε, ἐξηγῶντας πὼς ἡ τεχνολογία «δὲν εἶναι οὐδέτερο ἐργαλεῖο», ἀλλὰ ἐνσωματώνει ἕναν τρόπο ζωῆς ποὺ ἐπηρεάζει τὴν καθημερινότητα, τὶς σχέσεις καὶ τὴν ἀνθρώπινη ἀξία. 

Μὲ ἔμφαση ὁ Ἀρχιεπίσκοπος σημείωσε ὅτι ἡ τεχνολογία «ἀντικαθιστᾶ τὴν ἐμπειρία μὲ τὴν εἰκόνα, τὴ σχέση μὲ τὴ δικτύωση, καὶ ἐν τέλει ἀποδυναμώνει τὴν ἀνθρώπινη ἀξία», ἐπισημαίνοντας ὡστόσο ὅτι ὁ ἄνθρωπος «δὲν εἶναι μηχάνημα οὔτε προϊόν. Εἶναι εἰκόνα Θεοῦ, εἶναι πρόσωπο σὲ σχέση». 

Ὁ Μακαριώτατος ἐξέφρασε θερμὲς εὐχαριστίες πρὸς τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαῖο, τοὺς Προκαθημένους καὶ ἐκπροσώπους τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, τὴν Πολιτεία καὶ ὅσους συνέβαλαν μὲ τὴν παρουσία καὶ τὴν ὑποστήριξή τους στὴ διοργάνωση. Κλείνοντας τὸν χαιρετισμό του, ὑπογράμμισε ὅτι «ὅλην αὐτὴν τὴν ἐμπειρία πὸὺ ἀποκομίσαμε, τὴν προσφέρουμε ταπεινὰ στὶς ἄλλες Ἐκκλησίες, μὲ τὴν εὐχὴ νὰ συνεχίσουν στὸν δρόμο πὸὺ ἀνοίξαμε ὅλοι μαζί». 




ΤΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΔΙΚΑ ΣΑΣ!


ΒΙΝΤΕΟ: https://youtu.be/ybh6Y7V7Mm0 

ΠΗΓΗ: orthodoxianewsagency.gr 




Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις