Ο "Νόμος του Ακαδιώκτου" !

 Ὁ "Νόμος του Ἀκαδιώκτου" ἀναφέρεται συνήθως στὴν ἀρχὴ τῆς ἀκαταδίωκτης τῶν βουλευτῶν στὴν Ἑλλάδα, ἡ ὁποία προβλέπεται ἀπὸ τὸ Σύνταγμα καὶ σημαίνει ὅτι οἱ βουλευτές, ὅσο διαρκεῖ ἡ βουλευτική τους θητεία, δὲν μποροῦν νὰ διωχθοῦν, νὰ συλληφθοῦν, νὰ φυλακιστοῦν ἢ νὰ περιοριστοῦν χωρὶς ἄδεια τοῦ Σώματος. Ἐπιπλέον, δὲν διώκονται γιὰ πολιτικὰ ἐγκλήματα μετὰ τὴ διάλυση τῆς Βουλῆς ἕως τὴν ἀνάδειξη τῶν νέων βουλευτῶν. 

Μὲ τὰ ἄρθρα 61 καὶ 62 τοῦ Συντάγματος προβλέπεται τὸ ἀνεύθυνο καὶ ἀκαταδίωκτο τῶν βουλευτῶν. Σύμφωνα μὲ τὰ ὡς ἄνω ἄρθρα τὸ ἀνεύθυνο περιλαμβάνει μεταξὺ ἄλλων τὸ ὅτι ὁ βουλευτής: «δὲν καταδιώκεται οὔτε ἐξετάζεται μὲ ὁποιονδήποτε τρόπο γιὰ γνώμη ἢ ψῆφο ποὺ ἔδωσε κατὰ τὴν ἄσκηση τῶν βουλευτικῶν καθηκόντων», «διώκεται μόνο γιὰ συκοφαντικὴ δυσφήμηση, κατὰ τὸ νόμο, ὕστερα ἀπὸ ἄδεια τῆς Bουλής», «δὲν ἔχει ὑποχρέωση μαρτυρίας γιὰ πληροφορίες ποὺ περιῆλθαν σ’ αὐτὸν ἢ δόθηκαν ἀπὸ αὐτὸν κατὰ τὴν ἄσκηση τῶν καθηκόντων του, οὔτε γιὰ τὰ πρόσωπα ποὺ τοῦ ἐμπιστεύθηκαν τὶς πληροφορίες ἢ στὰ ὁποῖα αὐτὸς τὶς ἔδωσε». Στὸ πλαίσιο τοῦ ἀκαταδίωκτου προβλέπεται δέ, μεταξὺ ἄλλων ὅτι «Ὅσο διαρκεῖ ἡ βουλευτικὴ περίοδος, ὁ βουλευτὴς δὲν διώκεται οὔτε συλλαμβάνεται οὔτε φυλακίζεται οὔτε μὲ ἄλλο τρόπο περιορίζεται χωρὶς ἄδεια τοῦ Σώματος». 

Ἐνδεικτικὰ ἀναφέρονται οἱ ἀκόλουθες περιπτώσεις: 

α) Σύμφωνα μὲ τὸ ἄρθρο 269 του ν. 4798/2021 «Τὰ μέλη τῆς Ἐθνικῆς Ἐπιτροπῆς Προστασίας τῆς Δημόσιας Ὑγείας ἔναντι τοῦ κορωνοϊοῦ COVID-19, τῆς Ἐπιτροπῆς Ἀντιμετώπισης Ἐκτάκτων Συμβάντων Δημόσιας Ὑγείας ἀπὸ Λοιμογόνους Παράγοντες καὶ τῆς Ἐθνικῆς Ἐπιτροπῆς Ἐμβολιασμῶν, δὲν εὐθύνονται, δὲν διώκονται καὶ δὲν ἐξετάζονται γιὰ γνώμη ποὺ διατύπωσαν ἢ ψῆφο ποὺ ἔδωσαν κατὰ τὴν ἄσκηση τῶν καθηκόντων τους στὸ πλαίσιο τῆς λειτουργίας τῶν ὡς ἄνω Ἐπιτροπῶν. Δίωξη ἐπιτρέπεται μόνο γιὰ συκοφαντικὴ δυσφήμηση ἢ ἐξύβριση». 

β) Σύμφωνα μὲ τὴν παρ. 9 τοῦ ἄρθρου 16 του ν. 4714/2020 «...O Γενικὸς Προϊστάμενος, ὁ Πρόεδρος καὶ τὰ μέλη τῶν Ἐπιτροπῶν (Ἐξώδικης Ἐπίλυσης Φορολογικῶν Διαφορῶν) δὲν ἐξετάζονται, δὲν διώκονται καὶ δὲν ὑπέχουν ποινικὴ καὶ ἀστικὴ εὐθύνη γιὰ αἰτιολογημένη γνώμη ἢ εἰσήγηση ἢ πρόταση ποὺ διατύπωσαν ἢ ἀπόφαση ποὺ ἐξέδωσαν ἢ παράλειψή τους κατὰ τὴν ἄσκηση τῶν καθηκόντων τους, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν περίπτωση ποὺ ἐνήργησαν μὲ δόλο ἢ μὲ σκοπὸ νὰ προσπορίσουν στὸν ἑαυτό τους ἢ σὲ ἄλλον παράνομο περιουσιακὸ ὄφελος ἢ νὰ βλάψουν τὸ Δημόσιο ἢ ἄλλον κατὰ τὰ ὁριζόμενα στὶς κείμενες ποινικὲς διατάξεις ἢ σὲ περίπτωση παραβίασης τοῦ ἀπορρήτου τῶν πληροφοριῶν καὶ στοιχείων ποὺ περιῆλθαν σὲ γνώση τοὺς κατὰ τὴν ἄσκηση τῶν καθηκόντων τους....». Σημειώνεται ὅτι μὲ τὸ ἄρθρο 70 του ν. 4871/2021 ἡ ὡς ἄνω παράγραφος τροποποιήθηκε καὶ μεταξὺ ἄλλων προβλέφθηκε ὅτι τὰ ὡς ἄνω ἰσχύουν καὶ γιὰ τὸν καὶ τὰ μέλη τῆς Ἐπιτροπῆς Διοικητικῆς Ἐπίλυσης Φορολογικῶν Διαφορῶν τοῦ ἄρθρου 70Α του ν. 2238/1994 καθὼς καὶ γιὰ τὴ Διεύθυνση Ἐπίλυσης Διαφορῶν τῆς Ἀνεξάρτητης Ἀρχῆς Δημοσίων Ἐσόδων. 

γ) Μὲ τὸ ἄρθρο 64 του ν. 4603/2019 τροποποιεῖται ἡ παρ. 1 τοῦ ἄρθρου 33 του ν. 4389/2016 (βλ. τὴ μορφὴ τοῦ ἄρθρου πρὶν τὴν ὡς ἄνω τροποποίηση) καὶ προβλέπεται μὲ παρεμφερῆ διατύπωση (ὅπως στὴν ἀνωτέρω περίπτωση β) i) τὸ ποινικὸ ἀνεύθυνο, τὸ ἀκαταδίωκτο καὶ ἡ ἀπαγόρευση ἐξέτασης τοῦ Διοικητῆ, τοῦ Προέδρου, τῶν μελῶν τοῦ Συμβουλίου Διοίκησης καὶ τῶν ὑπαλλήλων τῆς ΑΑΔΕ, πλὴν τῶν περιπτώσεων ποὺ ἀναφέρονται στὸ νόμο (π.χ. ὅταν γίνεται μὲ δόλο ἢ γιὰ προσπορισμὸ παράνομου ὀφέλους κ.ὀ.κ.) ii) ἡ ὑπὸ προϋποθέσεις μόνο ὕπαρξη ποινικῆς εὐθύνης τῶν ἁρμόδιων γιὰ τὸν ἔλεγχο καὶ τὸν προσδιορισμὸ δημοσίων ἐσόδων ὀργάνων γιὰ τὴν παραγραφὴ τῶν ὑποθέσεων ποὺ τοὺς ἀνατίθενται πρὸς ἔλεγχο (μόνο ἂν ὑπάρχει δόλος, ἢ προσπορισμὸς παράνομου ὀφέλους κ.ὀ.κ.) καὶ iii) ἡ ὑπὸ προϋποθέσεις ὕπαρξη ποινικῆς, πειθαρχικῆς καὶ ἀστικῆς εὐθύνης στὶς περιπτώσεις ποὺ περιγράφονται στὶς παρ. δ-στ τοῦ ἄρθρου αὐτοῦ. 

δ) Μὲ τὸ ἄρθρο 38 του ν. 4373/2016 προβλέπεται ὅτι «Ὁ Πρόεδρος καὶ τὰ μέλη τῆς Ἐπιτροπῆς Ἐπαγγελματικοῦ Ἀθλητισμοῦ καὶ τοῦ Ἐθνικοῦ Συμβουλίου Καταπολέμησης Ντόπινγκ, καθὼς καὶ τὰ μέλη τῶν Ἐλεγκτικῶν Συμβουλίων τῆς Γενικῆς Γραμματείας Ἀθλητισμοῦ, δὲν εὐθύνονται προσωπικὰ ἔναντι τρίτων, ἀστικὰ ἢ ποινικά, δὲν ἐξετάζονται καὶ δὲν διώκονται γιὰ γνώμη, εἰσήγηση ἢ πόρισμα ἐλέγχου ποὺ διατύπωσαν ἢ γιὰ πράξη ποὺ διενήργησαν, κατὰ τὴν ἄσκηση τῶν προβλεπόμενων ἀπὸ τὴν κείμενη νομοθεσία καθηκόντων τους. Τὰ πρόσωπα αὐτὰ διώκονται κατόπιν ἐγκλήσεως, μόνον γιὰ συκοφαντικὴ δυσφήμηση, ἐξύβριση ἢ παραβίαση ἀπορρήτου καὶ ὑπέχουν εὐθύνη ἔναντι τοῦ Ἑλληνικοῦ Δημοσίου γιὰ πράξεις ἢ παραλείψεις τους ποὺ τελέστηκαν ἀπὸ δόλο ἢ ἀπὸ βαρεῖα ἀμέλεια...» 

Ἡ ψήφιση τέτοιου εἴδους διατάξεων μὲ βάση τὶς ὁποῖες ὁ νομοθέτης ἐπιφυλάσσει (σὲ μικρότερο ἢ σὲ μεγαλύτερο βαθμὸ) διαφορετικὴ μεταχείριση σὲ συγκεκριμένες ὁμάδες προσώπων γιὰ τὶς πράξεις στὶς ὁποῖες προχώρησαν κατὰ τὴν τέλεση τῶν καθηκόντων τούς, ὅποιος καὶ ἂν εἶναι ὁ σκοπὸς ποὺ τελικὰ ἐξυπηρετοῦν, ἐγείρει προβληματισμοὺς σχετικὰ μὲ τὴν συμβατότητά τους μὲ συνταγματικὲς ἀρχές! 


ΤΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΔΙΚΑ ΣΑΣ 

ΠΗΓΗ : https://govwatch.gr/1585/

I.A

ΛΑΡΙΣΑ

ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ







Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις